Επιχειρήματα υπέρ της ανοιχτής πρόσβασης στα αποτελέσματα της έρευνας
Το παρακάτω κείμενο εμφανίστηκε αρχικά στην εφημερίδα Le Monde στις 15 Μαρτίου 2013 φέροντας υπογραφές 60 μελών της πανεπιστημιακής και ερευνητικής κοινότητας, πρυτάνεων πανεπιστημίων, διευθυνόντων ιδρυμάτων ανθρωπιστικών επιστημών, εκδοτών, επιστημονικών περιοδικών εκδόσεων, αντιπροσώπων πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών, καθηγητών ανώτατης εκπαίδευσης και ερευνητών. Το κάλεσμα απευθύνεται σε όλους, μηχανικούς, φοιτητές, βιβλιοθηκονόμους, δημοσιογράφους κλπ.
Τον Ιούλιο του 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε σύσταση για την ανοιχτή, δηλαδή δωρεάν για τον αναγνώστη, πρόσβαση στις επιστημονικές εκδόσεις και στα άρθρα που είναι αποτέλεσμα έρευνας χρηματοδοτούμενης με δημόσιους πόρους. Η Επιτροπή θεωρεί πράγματι ότι μία τέτοια πρωτοβουλία είναι απαραίτητη για να ενισχυθεί η ορατότητα της ευρωπαϊκής έρευνας ως το 2020, με την άρση των εμποδίων ανάμεσα στον αναγνώστη και το επιστημονικό άρθρο κατόπιν ενός πιθανού περιορισμού έξι ή δώδεκα μηνών. Τα πλεονεκτήματα μίας τέτοιας προσέγγισης έγιναν ήδη αντιληπτά εδώ και μια δεκαετία, για παράδειγμα, στη Λατινική Αμερική, όπου έχουν δημιουργηθεί ισχυρής ικανότητας πλατφόρμες έκδοσης επιστημονικών περιοδικών σε ελεύθερη πρόσβαση. Έτσι, οι Scielo και Redalyc, οι οποίες στεγάζουν περίπου 2000 περιοδικές εκδόσεις, έχουν κερδίσει σημαντικά σε ορατότητα χάρη στην πολιτική ανοιχτής πρόσβασης: η βραζιλιάνικη πύλη Scielo δέχεται περισσότερες επισκέψεις από την Jstor (ΗΠΑ). Τέτοια παραδείγματα δείχνουν ότι η ανοιχτή πρόσβαση μεταβάλλει το συσχετισμό δυνάμεων σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από ομίλους οι οποίοι διαθέτουν χιλιάδες τίτλους, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αγγλόφωνους. Η ανοιχτή πρόσβαση ανοίγει λοιπόν το δρόμο σε αυτό που μπορούμε να αποκαλέσουμε βιβλιοποικιλότητα, καθώς ευνοεί την εμφάνιση πολλαπλών απόψεων, εκδοτικών πρακτικών, επιστημονικών παραδειγμάτων, γλωσσών.
Ορισμένοι παράγοντες του χώρου των [γαλλικών] εκδόσεων επιστημονικών περιοδικών ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών θεώρησαν ότι η σύσταση της Επιτροπής θέτει υπό απειλή το ήδη εύθραυστο οικονομικό μοντέλο που εκπροσωπούν. Θα ήταν πάντως ευχής έργο να γίνουν ακριβείς αναλύσεις της δραστηριότητας αυτού του τομέα ώστε να εντοπιστούν οι πηγές και οι τρόποι χρηματοδότησης, άμεσης και έμμεσης, δημόσιας και ιδιωτικής, να χαρτογραφηθούν οι ρόλοι διάφορων παραγόντων καθορίζοντας την υπεραξία που αναλογεί στον καθένα, έτσι ώστε να προκύψει μία πραγματική ανάλυση του κόστους. Το να φοβάται κανείς την ανοιχτή πρόσβαση είναι κατά τη γνώμη μας κοντόθωρη και, για να είμαστε ειλικρινείς, λανθασμένη αντίληψη του μέλλοντος. Αν οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες απομονωθούν σε έναν περιχαρακωμένο χώρο για προστασία, τότε είναι καταδικασμένες σε εξαφάνιση. Αντίθετα, πιστεύουμε ότι οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες πρέπει να τεθούν στην πρωτοπορία αυτού του ανοίγματος, επειδή ακριβώς αποτελούν αντικείμενο αυξημένης κοινωνικής ζήτησης (βάσει υπολογισμών, οι διαδικτυακές πύλες Cairn, OpenEdition, Erudit, Persée δέχονται γύρω στα 10 εκατομμύρια επισκέψεις μηνιαίως!). Οι ανησυχίες που εξέφρασαν λοιπόν φίλοι και συνάδελφοί μας δεν έχουν βάση από αυτήν την άποψη. Πρώτα από όλα, το μερίδιο των πωλήσεων εκτός των θεσμών της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας είναι ισχνό στην οικονομία των περιοδικών εκδόσεων κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, οι οποίες δέχονται ως επί το πλείστον άμεσες ή έμμεσες επιχορηγήσεις από δημόσιους πόρους. Επιπλέον, όμως, υπάρχουν στις μέρες μας νέα οικονομικά μοντέλα τα οποία ενισχύουν τους εκδότες, χωρίς ωστόσο να επιβαρύνουν οικονομικά τους συγγραφείς, όπως δείχνει η επιτυχία του μοντέλου Freemium που εφαρμόζει η πύλη OpenEdition, μία γαλλική πρωτοβουλία. Αυτήν τη στιγμή επινοούνται λύσεις που επιτρέπουν τη χρηματοδότηση μίας ποιοτικής ανοιχτής έκδοσης και αποδεικνύονται αποτελεσματικές (Scielo, Public Library of Science – PLoS, Redalyc, OpenEdition). Θα ήταν καταστροφικό οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες να μείνουν στο περιθώριο αυτού του ισχυρού καινοτόμου ρεύματος, το οποίο αναμφίβολα θα ανακατατάξει σε βάθος και σε διάρκεια το επιστημονικό τοπίο. Αντίθετα, θα πρέπει να τεθούν μεταξύ των επιστημών που ηγούνται αυτού του κινήματος, όπως συμβαίνει στον ισπανόφωνο και πορτογαλόφωνο χώρο. Η αντίσταση μερικών συναδέλφων μας σε αυτήν την εξέλιξη φαντάζει εξαιρετικά βραχυπρόθεσμος υπολογισμός έναντι στα δυνάμει επιστημονικά και παιδαγωγικά οφέλη και, σε τελική ανάλυση, στη δημοκρατικοποίηση της πρόσβασης στη γνώση.
Σε ό,τι μας αφορά, το θέμα δεν είναι μόνο οικονομικής και εμπορικής φύσης. Ακόμη και αν το πρόβλημα που θέτει η ύπαρξη ενός ολιγοπωλίου Elsevier/Springer/Wiley βαραίνει κατά πολύ στους προϋπολογισμούς των πανεπιστημίων και, σίγουρα, ο τρόπος χρηματοδότησης των πανεπιστημιακών εκδόσεων χρήζει αναθεώρησης, το μεγαλύτερο διακύβευμα που φέρει ωστόσο στην επιφάνεια η γενίκευση της ανοιχτής πρόσβασης είναι η επιστημονική πολιτική. Η γνώση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως ένα οποιοδήποτε αγαθό και η κυκλοφορία της είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ ένα διακύβευμα για την κοινωνία. Μία περιχαρακωμένη γνώση, προσβάσιμη στους λίγους τυχερούς των ευπορότερων πανεπιστημίων, δεν είναι παρά στείρα γνώση και, σε τελική ανάλυση, γίνεται αντικείμενο ιδιοποίησης, εφόσον η παραγωγή της έγινε χάρη σε δημόσιες χρηματοδοτήσεις. Σε έναν τέτοιο διάλογο, τα πανεπιστήμια έχουν να διαδραματίσουν ένα ρόλο κλειδί. Η διάδοση της γνώσης και των αποτελεσμάτων της έρευνας, η κοινοποίησή τους σε όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό συμπεριλαμβάνονται στις αποστολές τους. Μία καλά νοούμενη επιστημονική πολιτική περιλαμβάνει την κατασκευή δημόσιων ψηφιακών υποδομών αλλά και καινοτόμες εκδοτικές πολιτικές που ευνοούν τη διεπιστημονική συνεύρεση, τις νέες μορφές γραφής, την πολυγλωσσία και τη μεγαλύτερη δυνατή διάδοση.
Ποιος φοβάται την ανοιχτή πρόσβαση; Η ιδιωτική πρόσβαση περιορίζει τη διάδοση των ιδεών και δεν προσαρμόζεται στα νέα παραδείγματα που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία. Είναι ώρα να αντιμετωπίσουμε το Διαδίκτυο ως μία φανταστική ευκαιρία για την καινοτομία, τη διάδοση της γνώσης και την εμφάνιση νέων ιδεών.
Δεν φοβόμαστε την ανοιχτή πρόσβαση. Βγάζοντας τη γνώση από τις σιταποθήκες και τα σύνορα των πανεπιστημίων την κάνουμε διαθέσιμη σε όλους, της αποδίδουμε κινητήριο ρόλο για τις κοινωνίες μας, ανοίγουμε προοπτικές συλλογικού πλουτισμού.
Μην φοβάστε την ανοιχτή πρόσβαση! Είναι πλέον δυνατό να συναινέσουμε ένα νέο επιστημονικό, εκδοτικό και εμπορικό συμβόλαιο μεταξύ ερευνητών, εκδοτών, βιβλιοθηκών και αναγνωστών ώστε να εισέλθουμε πραγματικά σε μία κοινωνία μοιρασμένης γνώσης, σε μία δημοκρατία της γνώσης.